Οι διαφορές μιας μονάδας επαγγελματικού σχολείου σε σχέση με τις αντίστοιχες σχολικές μονάδες της γενικής εκπαίδευσης εστιάζονται σε κάποιους βασικούς άξονες (Κωτσίκης, 2000):
- Τα γνωστικά αντικείμενα που προσφέρονται είναι περισσότερα και καλύπτουν μεγάλο εύρος γνώσεων.
- Η υλικοτεχνική υποδομή που απαιτείται για την υποστήριξη του διδακτικού έργου σε αυτά τα σχολεία είναι μεγάλης σημασίας.
- Η ποιότητα γνώσεων που παρέχεται πρέπει να μένει ανεξάρτητη από τους εκπαιδευτικούς που διδάσκουν στο σχολείο την εκάστοτε σχολική χρονιά.
Τα ΤΕΕ άφησαν στα Επαγγελματικά Λύκεια την κληρονομιά ενός σχολείου χαμηλού επιπέδου, τόσο από πλευράς γνωστικού υποβάθρου των μαθητών όσο και από πλευράς της παρεχόμενης παιδείας. Στα περισσότερα τεχνικά σχολεία οι σύλλογοι γονέων και κηδεμόνων υπολειτουργούν και το ίδιο προβληματική είναι η σχέση των μαθητών με τους γονείς τους. Οι καθηγητές δεν έχουν βρει τρόπο να κινητοποιήσουν τους μαθητές, οι οποίοι έχουν κακή σχέση με το διάβασμα και το σχολείο, με αποτέλεσμα να εγκαταλείπουν την προσπάθεια από πολύ νωρίς σε κάθε σχολική χρονιά. Επίσης, παρατηρείται το φαινόμενο πολλοί καθηγητές να απασχολούνται και σε δεύτερη δουλειά (μια τεχνική δουλειά την οποία ίσως ξέρουν καλύτερα από την διδασκαλία, δεδομένου ότι ήταν το αντικείμενο σπουδών τους) και μ’ αυτόν τον τρόπο να παρεμποδίζεται περαιτέρω το εκπαιδευτικό τους έργο, λόγω έλλειψης χρόνου. Από την άλλη πλευρά, αρκετοί εκπαιδευτικοί ίσως δεν έχουν το γνωστικό υπόβαθρο να υποστηρίξουν την επαγγελματική εκπαίδευση. Στον τομέα της Πληροφορικής λόγω των πολλών αναγκών που προέκυψαν σε κάποια περίοδο υπάρχουν εκπαιδευτικοί που δεν έχουν βασικό πτυχίο Πληροφορικής αλλά άλλης ειδικότητας. Η μετάδοση γνώσεων σε επαγγελματικό επίπεδο από τους συγκεκριμένους εκπαιδευτικούς είναι αμφισβητήσιμη αφού στην ελεύθερη αγορά δεν θεωρείται ότι οι ίδιοι κατέχουν τις γνώσεις αυτές.
Η αξιολόγηση είναι μια λύση σε αυτά τα προβλήματα. Η υλικοτεχνική υποδομή θα πρέπει να αξιολογείται κάθε σχολική χρονιά. Οι εκπαιδευτικοί πρέπει επίσης να αξιολογούνται σε τέσσερις άξονες, το γνωστικό επίπεδο, την παρουσία του εκπαιδευτικού ως υπαλλήλου, την λειτουργία του εκπαιδευτικού στην τάξη και την ικανότητα διαχείρισης μαθητών με μαθησιακά ή άλλα προβλήματα. Η αξιολόγηση της σχολικής μονάδας μπορεί να είναι εξωτερική δηλαδή να διεξάγεται από άτομα που δεν ανήκουν στη σχολική μονάδα ή εσωτερική δηλαδή να διεξάγεται από άτομα που ανήκουν στη σχολική μονάδα.
Υπάρχει μια νέα τάση στην αξιολόγηση σχολικών μονάδων όπου οι εμπλεκόμενοι σε μια σχολική μονάδα αξιολογούν με συστηματικό τρόπο την πρόοδο της σχολικής τους μονάδας και προσπαθούν μέσω αυτής της διαδικασίας να βελτιώσουν την ίδια τους την δουλειά. Η τάση αυτή φαίνεται και μέσα από την ένωση Leadership for Learning που θεωρεί την αυτοαξιολόγηση ένα χρήσιμο εργαλείο για την βελτίωση της εκπαιδευτικής διαδικασίας.
Η αυτοαξιολόγηση προσπαθεί να εισάγει όλους τους συμμετέχοντες στο σχολείο στην προσπάθεια για την βελτίωσή του. Σε αυτή την προσπάθεια κανείς δεν μένει αμέτοχος. Οι εκπαιδευτικοί, το διοικητικό προσωπικό και οι μαθητές αξιολογούν την δουλειά τους με την προοπτική της βελτίωσης του σχολείου τους. Η σχέση της αυτοαξιολόγησης με μια εξωτερική αξιολόγηση του σχολείου είναι συμπληρωματική. Η αυτοαξιολόγηση είναι μια συνεχής διεργασία που συμπληρώνεται από περιοδικές εξωτερικές επιθεωρήσεις.
Στα πλαίσια της αυτοαξιολόγησης της σχολικής μονάδας. Δηλαδή, στα πλαίσια μια προσπάθειας βελτίωσης της παρεχόμενης εκπαίδευσης όλοι οι εμπλεκόμενοι επηρεάζονται θετικά. Οι μαθητές αποκομίζουν τα περισσότερα οφέλη αφού για αυτούς γίνεται αυτή η προσπάθεια. Οι καθηγητές εργάζονται με συλλογικό τρόπο και οι συνεργασίες ενθαρρύνονται. Τέλος, οι γονείς αισθάνονται ότι έχουν λόγο και ρόλο μέσα σε μια προσπάθεια και αυτό μπορεί να τους κινητοποιήσει ώστε να συμμετέχουν.
Κωτσίκης, Β. (2000). Εισαγωγή στην Επαγγελματική Εκπαίδευση και Κατάρτιση. Τρίτη Έκδοση. Αθήνα: Έλλην.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου